«Το θέμα αυτής της επίκαιρης ερώτησης, σχετικά με τα προβλήματα των παλλινοστούντων ομογενών, μας θυμίζει αυτό που όλοι λίγο – πολύ δεχόμαστε αλλά δεν κάνουμε τίποτα για να το αλλάξουμε.
Ότι είμαστε η χώρα που τρώει τα παιδιά της και ταυτόχρονα η χώρα των μεγάλων αντιθέσεων.
Στην περίπτωση των παλλινοστούντων ομογενών η διαπίστωση αυτή συναντά ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Η Ελληνική Πολιτεία έχει εγκαταλείψει στην τύχη τους τους ομογενείς από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Το όνειρο του επαναπατρισμού εξελίχθηκε σε δράμα.
Οι περισσότεροι έμειναν τελικά, κυριολεκτικά, χωρίς πατρίδα και θα σας εξηγήσω αμέσως γιατί.
Προκειμένου να αποκτήσο
υν Ελληνική ιθαγένεια ή έστω άδεια διαμονής στην Ελλάδα είναι προαπαιτούμενη η προσκόμιση ταξιδιωτικού εγγράφου σε ισχύ, δηλαδή διαβατηρίου και πιστοποιητικών γεννήσεως, γάμου και οικογενειακής κατάστασης. Οι χώρες προέλευσης όμως, που προήλθαν από τη διάλυση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης δεν εκδίδουν διαβατήρια και πιστοποιητικά, διότι δεν έχουν τα αναγκαία στοιχεία από τα τηρούμενα αρχεία της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, τα οποία είτε καταστράφηκαν, είτε δε μεταβιβάστηκαν στα νέα κράτη.
Ο Νόμος, θέλοντας να καλύψει αυτές τις περιπτώσεις, προβλέπει την παρουσίαση του ενδιαφερόμενου υπήκοου τρίτης χώρας σε τριμελή επιτροπή του Υπουργείου Εσωτερικών για να αιτιολογήσει την αδυναμία του να προσκομίσει τα απαραίτητα έγγραφα.
Στη συνέχεια η επιτροπή καλείται να γνωμοδοτήσει σχετικά με την ύπαρξη αντικειμενικής αδυναμίας για να απορρίψει ή να κάνει δεκτό το αίτημα.
Εκεί όμως τελειώνουν όλα.
Για λόγους, που θα θέλαμε να μας εξηγήσετε, η διαδικασία σταματά και μένουν τα αιτήματα στο ράφι.
Για όσους έχουν καταφέρει να αποκτήσουν την Ελληνική ιθαγένεια λόγω παλιννόστησης, παλιότερη νομοθετική ρύθμιση προέβλεπε, ότι οι γονείς ή τα αδέλφια τους έχουν δικαίωμα αυτοδίκαιης αναγνώρισης της ιθαγένειας, ύστερα από υποβολή σχετικής αίτησης.
Προς δόξα της γραφειοκρατίας η διάταξη αυτή καταργήθηκε και συμβαίνει το εξής εκπληκτικό. Να μη μπορεί ο γονέας να λάβει Ελληνική ιθαγένεια, ενώ την έχει αποκτήσει το παιδί του λες και αυτό προήλθε από παρθενογένεση.
Μετά από όλα αυτά η έκδοση Ειδικού Δελτίου Ταυτότητας Ομογενούς δεν πραγματοποιείται για τους ομογενείς από την π. ΕΣΣΔ και έτσι υπόκεινται σε μια σειρά γραφειοκρατικών διαδικασιών χωρίς τέλος. Αν καταφέρουν να αποκτήσουν δελτίο απαλλάσσονται της υποχρέωσης για συνέντευξη ενώπιον της επιτροπής.
Οι 4000 όμως ομογενείς που διαμένουν στην Κύπρο, αν και κατέχουν το ειδικό δελτίο, περνούν στην Ελλάδα από συνέντευξη, επειδή το δελτίο τουςέχει εκδοθεί στην Κύπρο και όχι στη χώρα μας.
Όπως καταλαβαίνετε μιλάμε για ένα ανεπανάληπτο αλαλούμ. Για ένα δρόμο χωρίς τέλος. Για μία απίστευτη ταλαιπωρία.
Ερωτώ λοιπόν ρητορικά, για να επανέλθω σε αυτό που είπα στην αρχή της ομιλίας μου.
Είμαστε ή δεν είμαστε η χώρα που τρώει τα παιδιά της;
Πασχίσατε, κύριοι της κυβέρνησης, και ψηφίσατε Νόμο για να δώσετε δικαίωμα ψήφου στους αλλοδαπούς που ζουν στη χώρα μας. Ψήφισαν μάλιστα κατά τις αυτοδιοικητικές εκλογές για τον Α΄ βαθμό.
Η Νέα Δημοκρατία διαφώνησε και τεκμηριώσαμε τη διαφωνία μας, αποδεικνύοντας ότι μετατρέπετε τη χώρα σε μεταναστευτικό κέντρο.
Δεν ακούσατε και προχωρήσατε.
Και ενώ αυτοί έχουν δικαίωμα ακόμα και να αποφασίζουν με τη ψήφο τους για το μέλλον της χώρας μας, οι Έλληνες ομογενείς δεν έχουν τέτοια δικαιώματα στην ίδια τους τη χώρα.
Είμαστε ή δεν είμαστε λοιπόν η χώρα των εγκληματικών αντιθέσεων;
Δεν επιθυμώ σε καμία περίπτωση να αντιδικήσω με την κυβέρνηση. Ο σκοπός της επίκαιρης ερώτησης δεν είναι η αντιπαράθεση. Σκοπός είναι να ξεκινήσει σήμερα μια ουσιαστική προσπάθεια εξάλειψης στρεβλώσεων, που καταδικάζουν τους ομογενείς μας, να εντοπιστούν σε βάθος τα προβλήματα και να βρεθούν λύσεις χωρίς γραφειοκρατικές αγκυλώσεις.
Ο Νόμος 2790/2000 για την αποκατάσταση των παλιννοστούντων ομογενών από την πρώην Σοβιετική Ένωση, έχει ξεπεραστεί.
Ύστερα από 11 χρόνια ισχύος, με την εμπειρία που έχουμε αποκομίσει, πιστεύω ότι μπορούμε να τον αντικαταστήσουμε, έστω και καθυστερημένα, με ένα σύγχρονο νομοθετικό πλαίσιο.
Η Νέα Δημοκρατία είναι εδώ να συνεργαστεί με ειλικρινείς διαθέσεις για να συμβάλλει στην πραγματική αποκατάσταση των παλιννοστούντων ομογενών.
Από την κυβέρνηση χρειάζεται η βούληση για να προχωρήσουμε όλοι μαζί.
Κλείνοντας, θα αναφερθώ στο σημαντικό ζήτημα της ανταλλάξιμης περιουσίας.
Της περιουσίας δηλαδή που προέκυψε από τα ακίνητα μουσουλμανικής ιδιοκτησίας που υπήρχαν στην Ελλάδα μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών, σύμφωνα με τη συνθήκη της Λωζάνης και θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν για την αποκατάσταση των προσφύγων του 1922.
Η διαχείριση της έχει περάσει από χίλια κύματα και υπάρχουν ακόμα προσφυγικοί πληθυσμοί που δεν αποκαταστάθηκαν, σύλλογοι που δεν τους δόθηκε ανταλλάξιμη γη για να ανεγείρουν τα κτίρια τους, ενώ οι Πόντιοι πρόσφυγες από τη Σοβιετική Ένωση εξαιρέθηκαν, παρά την πρόνοια της συνθήκης της Λωζάνης και γι΄ αυτούς. Σήμερα τη διαχείριση της ασκεί η ΚΕΔ.
Γι΄ αυτή την περιουσία πρέπει να ξεκαθαρίσει η κυβέρνηση αν την έχει συμπεριλάβει στα σχέδια αξιοποίησης ή εκποίησης σύμφωνα με τη σύμβαση του μνημονίου.
Είναι πολύ σημαντικό να το γνωρίζουμε γιατί η ανταλλάξιμη περιουσία καλύπτεται από μία ισχυρή συνθήκη, τη συνθήκη της Λωζάνης και αφορά αποκλειστικά τους αναποκατάστατους πρόσφυγες.
Αν τελικά έχει συμπεριληφθεί αποτελεί αστοχία της κυβέρνησης, ενώ αν δεν έχει συμπεριληφθεί μας δίνεται η δυνατότητα να διερευνήσουμε τη νομική δυνατότητα αξιοποίησης της προς όφελος προσφύγων και παλιννοστούντων της περιόδου μετά το 1922 μέχρι σήμερα και γηγενών κατοίκων που δεν έχουν κλήρο και επιθυμούν να ασχοληθούν με την αγροτική οικονομία και το επάγγελμα του αγρότη.
Αλλά και κάθε άλλη πρόταση μπορούμε να τη συζητήσουμε για να πράξουμε το καλύτερο δυνατό.
Σε κάθε περίπτωση εμείς θα επανέλθουμε ειδικά γι΄ αυτό το ζήτημα για να ερευνήσουμε τι ακριβώς έχει συμβεί».
Από το Πολιτικό Γραφείο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου